Α. ΠΡΩΙΜΟΥ, ΣΤ. ΠΑΝΤΕΛΙΑ

“Ανασχεδιασμός υπάρχοντος κτιρίου σε Αρχαιολογικό Θεματικό Μουσείο Πειραιά και Ανάπλαση χερσαίας περιοχής του Ο.Λ.Π. σε κοινόχρηστο υπαίθριο χώρο και σε πάρκο με κλειστό χώρο στάθμευσης κάτωθεν αυτού.”

ΟΜΑΔΑ ΜΕΛΕΤΗΣ:

Βασιλοπούλου Χριστίνα

Κουτεντάκη Εμμανουέλα

Παντελιά Στέλλα (Διατελ. Διδάσκ.)

Πρωίμου Αγάπη (Λέκτορας στο Τμ. Αρχ. Μηχ.)

Σκρουμπέλος Κωνσταντίνος

Σκρουμπέλος Φοίβος Ηλίας

ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ:

Λιόντος και Συνεργάτες ΕΠΕ

Μακατσώρης Ιωάννης (Ηλεκτρολόγος Μηχανολόγος Μηχανικός)

Renewable| Kravvaritis & Partners| Engineers + Consultants

ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ:

Μαρινάκη Κωνσταντίνα (Φοιτήτρια Αρχιτεκτονικής)

Μουστάκης Κωνσταντίνος (Φοιτητής Αρχιτεκτονικής)

Η ΠΡΟΤΑΣΗ:

Ο σχεδιασμός ενός θεματικού αρχαιολογικού μουσείου στην εποχή των πολλαπλών συνδέσεων και διάσπαρτων κατευθύνσεων της πληροφορίας είναι μια πρόκληση αναθεώρησης του ρόλου και της σημασίας του. Πέρα από ένα πολιτισμικό κεφάλαιο είναι ένας ζωντανός οργανισμός που θέλει να αλληλεπιδράσει με την πόλη, να παράγει δημόσιο χώρο, να συνδέσει ασυνέχειες, να γεφυρώσει την πόλη με το λιμάνι, να εισάγει νέα σενάρια και δραστηριότητες στην καθημερινότητα της και να παράγει μια μη ανταλλάξιμη εικόνα αυτής. Το Νέο Αρχαιολογικό Mουσείο Πειραιά θέλει να είναι εξωστρεφές, να φέρει τον κόσμο μέσα, να είναι διαφανές, να αποκαλύψει τον μηχανισμό του, να είναι ενδιαφέρον, γεμάτο ερεθίσματα, να παράγει νέες γνώσεις και εμπειρίες και να δημιουργήσει νέους τόπους συναντήσης της ιστορίας με την συγχρονικότητα, της πόλης με ένα δημόσιο θεσμό. Η ιδέα για το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά αναδεικνύει τη συλλογή του ως το κεφάλαιό του σε έκθεση, αντιλαμβάνεται τα κοινόχρηστα προγράμματα και τις εμπορικές δραστηριότητες ως τον ανοικτό χώρο της δημόσιας λειτουργίας του και την ερευνητική και αρχειακή λειτουργία του ως τη μηχανή υποστήριξης του συνολικού οργανισμού.

Η ιδέα αυτή προγραμματικά μεταφράζεται σε τρία μέρη στην τομή του υφιστάμενου κτηρίου και επαναπροσδιορίζει τα δεδομένα της προκήρυξης. Το λευκό κουτί της έκθεσης δεσπόζει στο ψηλότερο επίπεδο, το αρχείο, τα εργαστήρια και οι περιοδικές εκθέσεις καταλαμβάνουν το σκάμμα του κτηρίου στο χαμηλότερο επίπεδο και η αυλή είναι ο περίκλειστος κήπος του μουσείου για τις υπαίθριες και ημιυπαίθριες εκθέσεις. Η κυκλοφοριακή σύνδεση συμβαίνει με μια ράμπα στο αίθριο του κτηρίου διαμέσου του επιπέδου της πιλοτής-εισόδου. Εκεί, τοποθετούνται οι λειτουργίες που αυτονομούνται και συνδέονται με την πόλη ανεξάρτητα από το ωράριο του μουσείου, όπως τα εκπαιδευτικά προγραμματα, το πωλητήριο, το εστιατόριο και χαμηλότερα το αμφιθέατρο. Ο ενδιάμεσος χώρος αυτών των προγραμμάτων φέρνει την πόλη και το πάρκο μέσα στο μουσείο.

Η κυκλοφορία στο όλο συγκρότημα, πάρκο, μουσείο και πλατεία συμβαίνει με μία ράμπα, πεζών και ποδηλάτων, που το διασχίζει όλο, παραλαμβάνοντας τις υψομετρικές διαφορές και συνδέοντας την πόλη, το λιμάνι, την πιλοτή του μουσείου και την Πολιτιστική Ακτή με ένα δημόσιο χώρο-πάρκο. Κατά μήκος του τοπίου της ράμπας αναπτύσσονται προγράμματα και δραστηριότητες όπως υπαίθρια κοινόχρηστη βιβλιοθήκη, δάσος, αναψυκτήριο, κιόσκι πληροφοριών και πλατεία συναντήσεων. Το τοπίο διασχίζει μία σκάλα, με τον δημόσιο χαρακτήρα στοάς της Αρχαίας Αγοράς, που εισέρχεται στο μουσείο και συνεχίζει την κίνηση του επισκέπτη.